Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

The Jacobins of Turkey

Η περίοδος των Ιακωβίνων στην Τουρκία

Καθημερινή, 23/12/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Κάθε επανάσταση έχει και την περίοδο των Ιακωβίνων της και χαρακτηρίζεται από την μετεπαναστατική εμφυλιακή διαμάχη στις τάξεις των επαναστατών για την κατάκτηση της εξουσίας και την διαμόρφωση των στόχων και κυρίως του τρόπου εφαρμογής τους. Η Τουρκία δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Εκεί σήμερα, μετά από την μέχρι τώρα επιτυχημένη επανάσταση των Ισλαμιστών Τούρκων σε βάρος των εκκοσμικευμένων εθνικιστών συμπατριωτών τους, συγκρούονται τα πολιτικά δίκτυα του Φατχολλά Γκιουλέν και του Έρντοαν όχι για τον στόχο τους, ο οποίος είναι και κοινός, αλλά για τον τρόπο εφαρμογής και υλοποίησης του στόχου. Κατ’ αυτόν τρόπο ερμηνεύονται οι πρόσφατες και όχι μόνο εξελίξεις, ήδη από το περασμένο καλοκαίρι εμφανώς, στην Τουρκία.
            Κανείς δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες ότι Γκιουλέν και Έρντοαν έχουν κοινό στόχο την τελική επικράτηση του παραδοσιακού Ισλάμ στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας. Αυτό που τους διαφοροποιεί είναι η μέθοδός τους. Ενώ ο Γκιουλέν πρεσβεύει την μετριοπαθή μορφή του Ισλάμ μεσοπρόθεσμα, άλλα όχι και μακροπρόθεσμα, με ήπιο τρόπο και περίσσια υπομονή στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στην εξωτερική πολιτική της, ο Έρντοαν υποστηρίζει ότι από την στιγμή που επικράτησαν οι Ισλαμιστές επί των εθνικιστών δεν υπάρχει λόγος αναμονής αλλά θα πρέπει να προβούν άμεσα και με όλη την δύναμή τους στην προώθηση του παραδοσιακού Ισλάμ στο εσωτερικό και την υποστήριξη των αδερφών μουσουλμάνων στο εξωτερικό. Η σύγκρουση Γκιουλέν και Έρντοαν στην εξωτερική πολιτική της χώρας συνοψίζεται στο χειρισμό των κινήσεων του Έρντοαν σε σχέση με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Ο Γκιουλέν επανειλημμένα έχει αντιτεθεί στην επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με τις προαναφερθείσες χώρες καθώς είναι υπέρ της υπομονής και όχι των σπασμωδικών ενεργειών. Αντίθετα ο Έρντοαν επιθυμεί την ανοικτή ισλαμική ρητορική και όχι τις υπεκφυγές και προσποιήσεις των αντιπάλων του.
Παράλληλα ο Γκιουλέν ως επικεφαλής πνευματικός αρχηγός και ιθύνων νους της ισλαμικής επανάστασης της Τουρκίας θεωρεί τον Έρντοαν ως απλό πολιτικό παίκτη και μέρος του δικτύου του καθώς και υπόχρεο του για την στήριξη που του έχει προσφέρει μέχρι τώρα. Ο Έρντοαν αντίθετα αντιμετωπίζει με σεβασμό τον πνευματικό ηγέτη της επανάστασης αλλά θεωρεί ότι ο ίδιος ως πολιτικός ηγέτης έχει προσφέρει ισότιμα στην Επανάσταση και διεκδικεί την συνέχιση του ηγετικού ρόλου του στην Τουρκία. Πρόκειται για την σύγκρουση του πολιτικού με τον θρησκευτικό ηγέτη του ίδιου κινήματος.
Και οι δύο διεκδικούν αδυσώπητα το δίκαιο της άποψής τους. Και οι δύο όμως γνωρίζουν ότι αποτελούν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Γνωρίζουν ότι η εν λόγω κρίση δεν θα κρατήσει πολύ, ειδάλλως θα τεθεί εν αμφιβόλω τόσο η ίδια η επανάστασή τους όσο και ασφάλεια της χώρας. Η πρόσφατη πολιτική αναταραχή στην γείτονα είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας του Γκιουλέν να «συνετίσει», έστω και για τελευταία φορά τον Έρντοαν. Από την πλευρά του ο Τούρκος πρωθυπουργός γνωρίζει ότι ο Γκιουλέν επιθυμεί να μειώσει την δημοτικότητά του εν όψει των επερχόμενων προεδρικών εκλογών με χτυπήματα κάτω από την ζώνη. Ωστόσο ο Έρντοαν είναι μαθημένος σε τέτοια χτυπήματα και ανταπαντά ανοικτά, με χτυπήματα πάνω από την ζώνη. Παρά τις κατάρες του Γκιουλέν ο γεμάτος αυτοπεποίθηση Έρντοαν γνωρίζει ότι ο ίδιος είναι στο τιμόνι της χώρας και έχει το δικό του πεδίο ισχύος. Και οι δύο γνωρίζουν ότι έχουν ο καθένας τον δικό του ρόλο στο μέλλον της Τουρκίας, διότι αντιπροσωπεύουν το παραδοσιακό ισλαμικό ηγετικό δίπολο του πολιτικού Σουλτάνου (Έρντοαν) και του θρησκευτικού Σεϊχουλισλάμη (Γκιουλέν). Απομένει αυτό το δίπολο να αποκρυσταλλωθεί…



The Jacobins of Turkey

Dr. Evangelos Venetis
Head of the ELIAMEP Middle East Research Project

Every revolution has its Jacobin period characterized by post-revolutionary civil strife for the control of power and the implementation of goals and particularly the means through which these goals are achieved. Turkey could not be an exception. Τoday, after the hitherto successful completion of the Islamic revolution against their Turkish nationalists and secularized compatriots, the political networks of Fethullah Gulen and Tayyip Erdogan clash on how to apply and implement their common objective. Through this prism one could interpret recent developments in Turkey.
There should be no illusions that Gulen and Erdogan share a common goal, i.e. the final victory of traditional Islam in the political and social life of the country. They differ in regard to their method. While Gulen believes in the moderate form of Islam in the mid-term in a gently and patiently operating model in domestic and foreign policy, Erdogan argues that once Islamists have prevailed on nationalists there is no reason for actual moderation, but there is a need to act quickly and full force in promoting traditional Islam at home and in support of coreligionists abroad. The conflict between Gulen and Erdogan for the country's foreign policy is summarized in the case of deterioration of Ankara’s relations with Israel and Egypt. Gulen has repeatedly opposed these developments in favor of patience and not spasmodic actions. Unlike Gulen, Erdogan is outspoken in his Islamic rhetoric, avoiding the feints and evasions of his rivals.
Additionally, Gulen as chief spiritual leader and mastermind of the Islamic revolution in Turkey considers Erdogan as a simple political player and part of his network and a person liable to him for the support Gulen has provided him thus far. Erdogan on his part views with respect the spiritual leader of the revolution, but considers himself as a political leader has offered equitable claims to the Revolution with his continued leadership in Turkey. Obviously it is the clash of political and religious leader of Islamic movement.

Both claim that their view is right. Yet both know that they are two sides of the same coin. They are aware of the fact that this crisis will not last long; otherwise both the revolution and the country's security will be jeopardized. The recent political unrest in Turkey is a result of Gulen’s effort to teach Erdogan a 'lesson.' On his part, the Turkish prime minister knows that by employing hits below the belt. Gulen wants to damage his popularity ahead of the upcoming presidential election hits. However Erdogan is learned in such knocks. Despite Gulen’s curses, Erdogan is full of confidence and knows that he is at the helm of the country and has its own scope. Both know they each have their own role in the future of Turkey, because they represent the leading dipole in Islamic tradition, i.e. the political Sultan (Erdogan) and the religious Sheikh ul-Islam (Gulen). It is up to both of them to realize this as soon as possible…

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Albania and the chemical weapons of Syria

H Αλβανία και τα χημικά της Συρίας

Καθημερινή, 31/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Προ τριημέρου η αλβανική κυβέρνηση επιβεβαίωσε τις φήμες που κυκλοφορούσαν τον τελευταίο μήνα ότι η Αλβανία είναι ανάμεσα στις υποψήφιες χώρες για την καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας. Οι διαδηλώσεις ανθρωπιστικών και οικολογικών οργανώσεων στην Αλβανία αποτυπώνουν εύλογα την αντίδραση του αλβανικού λαού στο ενδεχόμενο μετατροπής της Αλβανίας σε σκουπιδότοπο χημικών οπλικών υπολειμμάτων. Και έχουν κάθε δίκαιο.
Η Ουάσινγκτον προέβη στο συγκεκριμένο αίτημα προς τα Τίρανα την στιγμή που άλλες δυτικές χώρες με εμπειρία στην καταστροφή χημικών όπλων, όπως οι ΗΠΑ, Ρωσία, Βρετανία, Γαλλία, Νορβηγία κα. έχουν απορρίψει το ενδεχόμενο να φιλοξενήσουν στα εδάφη τους την καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας. Η Αλβανία όντως έχει σχετική εμπειρία καθώς προς εξαετίας κατέστρεψε το δικό της κομμουνιστικό χημικό οπλοστάσιο. Ωστόσο αυτή η εμπειρία που αφορούσε σε αλβανικά όπλα αλλά και το γεγονός ότι η Αλβανία είναι ο αδύναμος οικονομικά κρίκος όλων των υποψήφιων χωρών δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η Αλβανία πρέπει να ακολουθήσει την μοίρα άλλων χωρών των Βαλκανίων οι οποίες κατά το παρελθόν είχαν παρόμοια τύχη.
Το γεγονός ότι η Αλβανία είναι γειτονική χώρα της Ελλάδας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στην ελληνική κυβέρνηση για τον ενδεχόμενο περιβαλλοντολογικής υποβάθμισης της ευρύτερης περιοχής, ιδίως αν επιλέγει χώρος στην Ν. Αλβανία, μέρος της οποίας είναι η Β. Ήπειρος. Ο κίνδυνος μόλυνσης του περιβάλλοντος είναι ορατός, ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε προληπτικών μέτρων ληφθούν από τα Τίρανα και την Δύση. Συνεπώς η Αθήνα πρέπει να λάβει θέση άμεσα επί του θέματος και να αναλάβει διπλωματική δράση για να αποτρέψει το ενδεχόμενο ταφής των χημικών όπλων της Συρίας στην Αλβανία. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό με την δημιουργία κατά το δυνατόν ενός κοινού μετώπου των γειτονικών της Αλβανίας χωρών και συνεργαζόμενη με τα Τίρανα να τα πείσει να μην δεχθούν τα χημικά της Συρίας στην Αλβανία, ανεξαρτήτως των οικονομικών ανταλλαγμάτων της Δύσης προς την Αλβανία. Ποιες είναι οι εναλλακτικές;
Η Συρία διαθέτει τεράστιες ακατοίκητες εκτάσεις ερήμου, ιδιαίτερα στα νοτιοανατολικά εδάφη της, και επειδή πρόκειται για συριακά όπλα, θα έπρεπε να είναι το συριακό έδαφος η πρώτη επιλογή ταφής και καταστροφής τους. Ωστόσο το γεγονός ότι η Συρία δεν διαθέτει την ασφάλεια και σταθερότητα εκείνη για να προβεί στην εκεί καταστροφή τους αναγκάζει τις ΗΠΑ, την Ρωσία και την λοιπή Δύση να εξετάζουν άλλες επιλογές. Με δεδομένο ότι η πρόταση προήλθε από την Ρωσία εξ’ ανάγκης λόγω της πολιτικής πίεσης των ΗΠΑ για ενδεχόμενο πολεμικής εμπλοκής τους, θα πρέπει οι δύο αυτές χώρες (ΗΠΑ και Ρωσία) να βρουν εκτάσεις στην δική τους επικράτεια (κεντρικές πολιτείες ΗΠΑ, Σιβηρία κλπ.) για να καταστρέψουν τα χημικά όπλα της Συρίας, μοιράζοντας το ποσοστό των υπό καταστροφή χημικών όπλων. Αυτό τουλάχιστον υπαγορεύει η κοινή λογική, ο σεβασμός της στοιχειώδους και χειμαζόμενης πολιτικής ηθικής σε επίπεδο διακρατικής συνεργασίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όσο για την εφαρμογή αυτής της ηθικής στην περίπτωση της Αλβανίας, οψόμεθα...


Albania and the chemical weapons of Syria

Dr. Evangelos Venetis
Head of the ELIAMEP Middle East Research Project


Three days ago, the Albanian government confirmed the rumors that circulated last month that Albania is among the candidates for the destruction of chemical weapons in Syria. Demonstrations by humanitarian and ecological organizations in Albania reasonably reflect the reaction of the Albanian people as a potential transformation of Albania to dump chemical weapons residues. And they have every right to do so.
Washington asked Tirana to accept its request while other western countries, such as the U.S., Britain, France, Norway and so on, that are experienced in the destruction of chemical weapons have rejected the possibility to accommodate in their territories the destruction of Syrian chemical weapons. On its part Albania does have relevant experience, since six years ago they destroyed their own chemical arsenal dating back to the communist era. However the Albanians’s experience in regard to chemical weapons and the fact that Albania is the weakest amongst all candidate countries do not necessarily mean that Albania has to follow the fate of other Balkan countries.
The fact that Albania is a neighboring country of Greece must have alarmed the Greek government about the potential environmental dangers for the region, especially if south. Albania, part of which is the Northern Epirus, is chosen for the requested operation. The risk of environmental contamination is very likely, regardless of any preventive measures taken from Tirana and the West. Consequently Athens must make its position clear and on the matter immediately and take diplomatic action to prevent such a development from being implemented. This is possible by attempting to create a common front of Albania’s neighboring countries and working with Tirana to persuade them not to accept Syria’s chemical weapons in Albania, regardless of any western financial incentives to Albania. If so, what are the alternatives?

Syria has huge uninhabited deserts, especially in the southeast of the country, and given that it is about Syrian weapons, the Syrian territory should be the first choice of their burial and destruction. However, the fact that Syria cannot sustain the necessary security and stability for the destruction of its chemical arsenal has prompted the U.S., Russia as well as the rest of the West to consider other options. Given that the proposal came from Russia out of necessity due to the political pressure of the U.S. for a possible military engagement, these two countries (USA and Russia) should find areas in their own territory (Central US states, Siberia etc.) to destroy chemical weapons in Syria, dividing equally the percentage of the under destruction chemical weapons. At least that is that common sense, the respect for political ethics at a transnational level of cooperation and human rights dictate. As for the implementation of these ethics in the case of Albania, let’s wait and see…

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

The Sinai Peninsula and the (in)security of Egypt

Η Χερσόνησος του Σινά και η (αν)ασφάλεια της Αιγύπτου

Καθημερινή, 27/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Η πρόσφατη πολιτική αναταραχή που προκλήθηκε στην Αίγυπτο μετά το πραξικόπημα της 3ης Ιουλίου επανέφερε στο προσκήνιο την γεωπολιτική σημασία της Χερσονήσου του Σινά για την εσωτερική ασφάλεια της Αιγύπτου και όχι μόνο. Τα τελευταία έξι και πλέον χρόνια η Χερσόνησος του Σινά έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη όχι μόνο το Κάϊρο αλλά και το Τελ Αβίβ λόγω της διαρκούς ασύμμετρης απειλής του Σινά με στρατιωτικές επιθέσεις ανταρτών στο Ειλάτ του Ισραήλ στον Κόλπο της Άκαμπα και σημαντικές αιγυπτιακές πόλεις Αλ-Αρίς, Ράφα και Σέιχ Ζουβέιντ της χερσονήσου, ιδίως στα βόρεια αλλά και την Ερυθρά θάλασσα. Ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση της Αραβικής Άνοιξης το 2011 το Σινά κατέστη δισεπίλυτο θέμα με τις φυλές Βεδουίνων σε συνεργασία με ακραίες σουνιτικές ομάδες να εξουδετερώνουν ομάδες της αιγυπτιακής χωροφυλακής και να καταλαμβάνουν τους κατά τόπους σταθμούς και τμήματα. Ποια είναι όμως τα αίτια για αυτή την «ατίθαση» συμπεριφορά των κατοίκων της χερσονήσου σε σχέση με την κεντρική εξουσία της Αιγύπτου και τι επίδραση θα έχουν βραχυπρόθεσμα για την ασφάλεια της Αιγύπτου και της ευρύτερης περιοχής;
            Η Χερσόνησος του Σινά είναι αραιοκατοικημένη, αριθμώντας μισό εκατομμύριο πληθυσμό σε μία έκταση 62.000 τ.χλμ., σχεδόν την μισή Ελλάδα! Παράλληλα η μορφολογία του εδάφους είναι ορεινή χαμηλού υψομέτρου με εκτάσεις ερήμου να καθιστούν τις μετακινήσεις δύσκολες και τον έλεγχο της περιοχής ακόμη πιο δύσκολο. Επομένως το Σινά προσφέρεται για αντάρτικη δραστηριότητα υπό προϋποθέσεις, με κύρια αυτή την υποστήριξη του γηγενούς φίλιου για τους αντάρτες πληθυσμού.
Η κοινωνιολογική διάσταση του προβλήματος εστιάζεται στο ότι το Κάϊρο εδώ και δεκαετίες έχει συστηματικά περιθωριοποιήσει των ρόλο των φυλών των Βεδουίνων από την αναπτυξιακή δραστηριότητα της Χερσονήσου του Σινά, και δη τον τουρισμό. Οι Βεδουίνοι σε αντίδραση για την κοινωνική και οικονομική τους περιθωριοποίηση τείνουν να υποστηρίζουν αντάρτικες ομάδες της περιοχής, και δη αυτές της Χαμάς αλλά και Ουαχαβιτικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στη Χερσόνησο. Οι φυλές των Σαουάρκα στα βόρεια και των Ταραμπίν στα νότια σε αντίδραση για την στάση του Καΐρου απέναντί τους υποστηρίζουν κάθε δραστηριότητα την οποία θεωρούν χρήσιμη για τα δικά τους συμφέροντα, είτε οικονομικά είτε πολιτικά. Σε αυτή την διαδικασία δέχονται την επιρροή και συνεργασία πολλών πλευρών λόγω της γεωπολιτικής σημασίας της Χερσονήσου..
            Μέχρι πρότινος οι Βεδουίνοι ήταν εκτεθειμένοι στην επιρροή της Χαμάς η οποία δραστηριοποιείτο στην περιοχή σε συνεργασία μαζί τους για την συντήρηση δικτύων μεταφοράς όπλων και εφοδίων από το Σουδάν προς την Λωρίδα της Γάζας. Σε αυτό το δίκτυο προστέθηκε σταδιακά η εμφάνιση των Ουαχαβιτών μαχητών οι οποίοι έχοντας στόχο τόσο το Ισραήλ όσο και τον έλεγχο της Γάζας από την Χαμάς φαίνεται ότι έχουν συστήσει ισχυρό δίκτυο στην περιοχή.
Στο Σινά ωστόσο είναι σημαντική η επιρροή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας της Αιγύπτου τόσο για την στήριξη της Χαμάς όσο και την εξυπηρέτηση σχεδίων της Αδελφότητας για την κατάκτηση της εξουσίας στην Αίγυπτο. Τα εν λόγω σχέδια απέκτησαν «σάρκα και οστά» μετά το 2011, οπότε και ο Μοχάμμαντ Μόρσι επέδειξε ανοχή προς τις φυλές Βεδουίνων, επενδύοντας στην στήριξη τους σε ενδεχόμενο εμφύλιο με τον στρατό.. Ιδιαίτερα μετά τον Πραξικόπημα της 3ης Ιουλίου 2013 το προαναφερθέν ενδεχόμενο έγινε πραγματικότητα.
Σήμερα το Σινά αποτελεί πεδίο πολιτικών και στρατιωτικών ζυμώσεων για την Μουσουλμανική Αδελφότητα. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες κάνουν λόγο για κέντρα στρατιωτικής εκπαίδευσης ισλαμιστών μελών της Αδελφότητας όπως και Ουαχαβιτών σε παράλληλη βάση. Σχετικά πρόσφατα η χρηματοδότηση και ο εξοπλισμός της Αδελφότητας στο Σινά προέρχεται όχι μόνο από ιδιωτικά κεφάλαια ανά τον κόσμο αλλά και από την πλευρά της Τουρκίας, της οποίας η κυβέρνηση ανοικτά στηρίζει τον Μόρσι. Η τουρκική επιρροή στο Σινά είναι ακόμη μικρή αλλά το σημαντικό είναι ότι αρχίζει να μορφοποιείται. Σταδιακά το Σινά είναι πιθανό να αποτελέσει το θέατρο της σύγκρουσης μεταξύ της Τουρκίας και της Σ. Αραβίας αλλά και του Ισραήλ. Σε αυτό το πλαίσιο ανταγωνισμού ο ρόλος της Χαμάς είναι σημαντικός, καθώς το Σινά είναι συγκοινωνούν δοχείο με την Γάζα και τα κατεχόμενα εν γένει. Η Χαμάς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στα εσωτερικά της Αιγύπτου σε σχέση με την Αδελφότητα, η οποία εναποθέτει στο τραχύ έδαφος της Χερσονήσου, και όχι στην έρημο της Αφρικής και την υγρή λωρίδα του Νείλου, τις τελευταίες ελπίδες της για δυναμική επιστροφή στο πολιτικό προσκήνιο της Αιγύπτου μέσω ενός αντάρτικου στο οποίο προσβλέπει.




Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

The Looming Shiite and Sunni Conflict in Turkey

Διαφαινόμενη η σύγκρουση Σηιτών και Σουνιτών στην Τουρκία

Καθημερινή, 21/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


            Σε προηγούμενο άρθρο της παρούσας στήλης με τίτλο «Οι Ουαχαβίτες στο κατώφλι της Τουρκίας» (01/08/2013) είχε τονισθεί η προοπτική διείσδυσης του Ουαχαβιτικού Ισλάμ από τις Ουαχαβιτικές ανταρτικές δυνάμεις στα βόρεια της Συρίας στο εσωτερικό της Τουρκίας με κύρια εστία την παραμεθόριο. Μία τέτοια εξέλιξη θα έθετε υπό αμφισβήτηση τον τύπο του μετριοπαθούς Ισλάμ που προωθεί η τουρκική κυβέρνηση τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και εκτός αυτής. Οι πρόσφατες δηλώσεις ανησυχίας των Αλεβιτών της Τουρκίας για την ισχυροποίηση του Ουαχαβιτικού Σουνιτικού Ισλάμ στη Συρία σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται.
            Οι Αλεβίτες της Τουρκίας, αν και διαφορετικής θρησκευτικής υφής από τους Αλεβίτες της Συρίας, χαρακτηρίζονται ως κοινά θρησκευτικά ρεύματα σηϊτισμού στην πολυσυλλεκτική μουσουλμανική κοινωνία της Τουρκίας. Είναι ιδιαίτερης σημασίας οι πρόσφατες δηλώσεις του Νεβζάτ Αλτούν, τοπικού ηγέτη των Αλεβιτών στην Κωνσταντινούπολη, ότι πιθανή επικράτηση των ριζοσπαστών Σουνιτών (δηλ. Ουαχαβιτών) στην Συρία ή μέρος αυτής θα σημάνει την μετάδοση της ακραίας σουνιτικής γραμμής περί επιβολής του Ιερού Νόμου (Σαρία) και στην Τουρκία. Η ανησυχία του Αλτούν αλλά και άλλων Αλεβιτών της Τουρκίας για την τύχη των Συρίων Αλεβιτών απηχεί την κοινή κοσμοαντίληψη τους και σηματοδοτεί το κρίσιμο σημείο στο οποίο έχουν φθάσει οι σχέσεις Σηιτών και Σουνιτών και στην Τουρκία, ως αντανάκλαση του πολέμου που μαίνεται μεταξύ τους στο Λεβάντε και την Μεσοποταμία.
            Και είναι ακριβώς οι παραμεθόριες επαρχίες Χατάι και Μαρντέν όπου αναμένεται να επεκταθεί το θέατρο της σηϊτο-σουνιτικής σύγκρουσης προς την Τουρκία. Η καιροσκοπική στήριξη μέρους του Ουαχαβιτικού δικτύου στη Β. Συρία από την Άγκυρα έχει ανησυχήσεις τους Αλεβίτες της Τουρκίας οι οποίοι ως τμήμα του σηιτικού Ισλάμ θεωρούνται από τους Ουαχαβίτες ως δογματικοί αντίπαλοι στο Ισλάμ. Δεδομένου ότι οι Αλεβίτες της Τουρκίας αντιστοιχούν σε μεγάλο τμήμα του τουρκικού πληθυσμού (τουλάχιστον 12 εκατομμύρια) είναι εύκολο να φαντασθεί πόσο εφικτή είναι η εκδήλωση εμφυλίων πολεμικών τάσεων στον πολυσυλλεκτικό κοινωνικό ιστό της Τουρκίας.
Συνεπώς για άλλη μία φορά η Άγκυρα καλείται να λάβει σοβαρά υπόψη την αναντιστοιχία μεταξύ του οφέλους που πιθανόν να έχει από την πρόσκαιρη υποστήριξη Ουαχαβιτικών ανταρτικών ομάδων στη Συρία και τις απώλειες που πιθανόν προκύψουν από την ενδεχόμενη σύρραξη μεταξύ των Αλεβιτών και των ακραίων Σουνιτών της Τουρκίας. Σε μία τέτοια περίπτωση θα τεθεί εν αμφιβόλω ο στόχος του πρωθυπουργού Έρντοαν για την αρμονική συνύπαρξη και ανάπτυξη των επιμέρους κοινωνικών ομάδων και τάσεων στην Τουρκία, δηλ. το ίδιο το αναπτυξιακό μέλλον της γείτονος.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

The Strongholds of Secularism fall one by one in Turkey

Τα οχυρά της εκκοσμίκευσης πέφτουν ένα-ένα στην Τουρκία

Καθημερινή, 14/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ



Σε δέκα χρόνια κλείνει ένας αιώνας από την κατάργηση του μεταφυσικού και θεοκρατικού Οθωμανικού Σουλτανάτου. Πριν από πέντε χρόνια εάν ρωτούσες ειδικούς στην Ελλάδα και την Δύση για το ενδεχόμενο επιστροφής του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία σε ένα ριζοσπαστικό πλαίσιο, η απάντηση που έδιναν ήταν η γνωστή στερεότυπη αντίληψη περί «μετριοπαθούς Ισλάμ». Κανείς, πλην ελαχίστων, δεν φανταζόταν ότι θα υπήρχε μελλοντικά, τόσο βραχυπρόθεσμα, νόμος περί μερικής ποτοαπαγόρευσης, περί λογοκρισίας και απολύσεων από το τουρκικό κράτος για την τολμηρή αμφίεση τηλεοπτικών παρουσιαστριών αλλά και την νόμιμη επαναφορά του δικαιώματος επιλογής των μουσουλμάνων γυναικών να υιοθετούν τον ισλαμικό κώδικα ένδυσης στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημίων. Προφανώς η Τουρκία σταθερά επιστρέφει από την εκκοσμίκευση στο ριζοσπαστικό Ισλάμ. Το ζητούμενο είναι μέχρι που θα φθάσει η επανισλαμοποίηση της χώρας.
Αναντίρρητα οι υποστηρικτές της θεωρίας του «μετριοπαθούς Ισλάμ» στην Τουρκία βρίσκονται σε στάδιο επαναξιολόγησης της κατάστασης μετά τον αιφνιδιασμό όχι μόνο των ιδίων αλλά κυρίως του εκκοσμικευμένου τμήματος της τουρκικής κοινωνίας. Άλλωστε χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η αυξανόμενη ισλαμοποίηση της χώρας καθίσταται ραγδαία με το πέρασμα του χρόνου. Όταν το καλοκαίρι ο Έρντοαν αντιμετώπισε τις διαδηλώσεις στο Πάρκο της Βόλτας (Γκεζί), λίγοι πίστευαν ότι λίγους μήνες μετά θα επανερχόταν και θα περνούσε με σχετική άνεση μεταρρυθμίσεις οι οποίες περιορίζουν, προσεκτικά και μετριοπαθώς επί του παρόντος, τις προτιμήσεις των εκκομισκευμένων Τούρκων προς τέρψη των συντηρητικών Μουσουλμάνων της χώρας.
Πολλοί λένε ότι η επιτάχυνση της υιοθέτησης των φιλοϊσλαμικών μέτρων οφείλεται στην επιθυμία του Έρντοαν να προωθήσει περισσότερα μέτρα πριν την λήξη της θητείας του. Ίσως κάτι τέτοιο να ισχύει. Αυτό όμως που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι η επανισλαμοποίηση της Τουρκίας δεν είναι θέμα απλώς μίας προσωποπαγούς πολιτικής αλλά βασίζεται σε συλλογική χάραξη και άσκηση πολιτικής των συντηρητικών Μουσουλμάνων πολιτικών και των ιερωμένων, γνωστών ως «διανοούμενων» και «σοφών», της γείτονος. Συνεπώς η επανισλαμοποίηση της Τουρκίας αναμένεται να συνεχιστεί και μετά την ολοκλήρωση της θητείας του νυν πρωθυπουργού, διότι η γειτονική χώρα βρίσκεται σε τροχιά επιστροφής στο συντηρητικό Ισλάμ και τίποτε δεν φαίνεται επί του παρόντος να την θέτει εκτός αυτής της τροχιάς. Και αυτή η τροχιά έχει στο επίκεντρό της την θεοκρατία με ή χωρίς γραβάτα.



Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Erdogan, Islam and Chalki

Ο Έρντοαν, το Ισλάμ και η Χάλκη

Καθημερινή, 6/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Μετά την πρόσφατη ανακοίνωση της δέσμης μέτρων εκδημοκρατισμού από την Άγκυρα για ζητήματα μειονοτήτων της χώρας υπήρξε ευφορία αλλά και απογοήτευση στις τάξεις των μειονοτήτων της Τουρκίας. Αφενός ήταν θετικά τα νέα κυρίως για τους Κούρδους και εν μέρει για τους Ασσυροχαλδαίους αλλά οι υπόλοιπες μονοθεϊστικές κοινότητες δεν ικανοποιήθηκαν από το εύρος των μεταρρυθμίσεων και κυρίως η Ελληνορθόδοξη κοινότητα η οποία δεν είδε να υλοποιείται το πάγιο αίτημά της επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Και αυτό διότι ο Έρντοαν ρητά δηλώνει ότι βλέπει την Χάλκη ως διαπραγματευτικό χαρτί για την αύξηση της ρητορικής και επιρροής του σε σχέση με τους Μουσουλμάνους της Ελλάδας, είτε τους Έλληνες Μουσουλμάνους της Θράκης είτε τους άρτι αφιχθέντες μη-Έλληνες Μουσουλμάνους στα ελληνικά αστικά κέντρα.
            Αναμφίβολα ο Τούρκος πρωθυπουργός Έρντοαν είναι εδώ και ενενήντα χρόνια ο πρώτος Τούρκος ηγέτης ο οποίος έμπρακτα προβαίνει σε μια συστηματική μεταρρυθμιστική πολιτική επανένταξης των μονοθεϊστικών κοινοτήτων στην κοινωνία της Τουρκίας. Τον Αύγουστο του 2011 διέταξε την επιστροφή των κατασχεθέντων ακινήτων και των θρησκευτικών κτηρίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης και έναν μήνα μετά ο Μητροπολίτης Προύσας Ελπιδοφόρος διορίστηκε καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγία Τριάδας Χάλκης. Πριν από εννέα μήνες το τουρκικό Συμβούλιο Θεμελιώσεων επέστρεψε 190 εκτάρια γης στο θεμέλιο της Μονής Αγίας Τριάδας, δηλ. το ίδρυμα-ιδιοκτήτη της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Οι εν λόγω κινήσεις είναι απόδειξη της πρόθεσης Έρντοαν να επιλύσει το ζήτημα. Το πρόβλημα είναι ότι θέτει θέμα αμοιβαιότητας επί θεμάτων που αφορούν στους Μουσουλμάνους της Ελλάδας.
            Αναφορικά με τους άρτι αφιχθέντες μη-Έλληνες Μουσουλμάνους ο Έρντοαν ως ευσεβής Μουσουλμάνος ηγέτης της γείτονος έχει δικαίωμα να εκφράζει το ενδιαφέρον του, όπως και οι ηγέτες άλλων μουσουλμανικών χωρών, μερικών εκ των οποίων μάλιστα οι εν λόγω προσωρινά διαμένοντες Μουσουλμάνοι είναι και υπήκοοι. Ωστόσο στο εν λόγω ενδιαφέρον δεν δύναται να προσδίδει χαρακτήρα πολιτικής διαπραγμάτευσης και συναλλαγής για τους άρτι αφιχθέντες μη-Έλληνες Μουσουλμάνους, επειδή το θέμα της Χάλκης άπτεται της Συνθήκης της Λωζάνης, και συνεπώς της αμοιβαιότητας με τους Έλληνες Μουσουλμάνους, των οποίων τα δικαιώματα τηρούνται από το ελληνικό κράτος βάσει της εν λόγω Συνθήκης.
Και αν ακόμη ο Έρντοαν θεωρεί ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, για να στηρίξει τα όποια επιχειρήματά του πρέπει ο ίδιος να μιλά από θέση ηθικού, και όχι μόνο πολιτικού, ερείσματος, και πρώτα να επανανοίξει την Θεολογική Σχολή της Χάλκης, το κλείσιμο της οποίας αποτελεί παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάνης.
            Προφανώς ο Έρντοαν γνωρίζει τον εν λόγω συλλογισμό και κυρίως μία παράμετρο που πολλοί στην Τουρκία και την Ελλάδα δεν λαμβάνουν υπόψη, δηλ. το γεγονός ότι η περιθωριοποίηση και παραβίαση των δικαιωμάτων των μη μουσουλμανικών μονοθεϊστικών κοινοτήτων στην Τουρκία έλαβε χώρα παράλληλα με την περιθωριοποίηση και παραβίαση των δικαιωμάτων των ίδιων των μουσουλμάνων Τούρκων από το εκκοσμικευμένο και φιλοδυτικό κεμαλικό καθεστώς της Τουρκίας. Επομένως ο πρωθυπουργός Έρντοαν γνωρίζει από πρώτο χέρι την θέση των Ελληνορθοδόξων της Τουρκίας, αφού και ο ίδιος έχει κατά το παρελθόν διωχθεί και περιθωριοποιηθεί κοινωνικά, λ.χ. έχει φυλακισθεί. Αυτή η κοινή πορεία των μουσουλμανικών και μη μουσουλμανικών μονοθεϊστικών κοινοτήτων της οικονομικά αναπτυσσόμενης Τουρκίας από το περιθώριο στο επίκεντρο της σφίζουσας κοινωνικής και οικονομικής ζωής της χώρας θα πρέπει να είναι η πυξίδα του Έρντοαν στο θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και όχι τα οιαδήποτε πρόσκαιρα οφέλη της διεθνούς ισλαμικής ρητορικής του. Και ο Έρντοαν ως Μουσουλμάνος το γνωρίζει καλά. Γι’αυτό η Χάλκη θα πρέπει να ανοίξει άμεσα.



Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

The Procrustean Bed of Democracy in Bahrain

Η Προκρούστεια Κλίνη της Δημοκρατίας στο Μπαχρέιν

Καθημερινή 1/10/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Στον Περσικό Κόλπο η αραβική άνοιξη δεν πνέει τα λοίσθια. Αν και η πολιτική αποσταθεροποίηση του Μπαχρέιν δεν έχει προβληθεί σχεδόν καθόλου από τα δυτικά ΜΜΕ εδώ και τρία σχεδόν χρόνια, δεν σημαίνει ότι δεν υφίσταται. Το αίτημα για εκδημοκρατισμό της χώρας από την σηιτική πλειοψηφία προς την σουνιτική πολιτική ελίτ της χώρας παραμένει αμείωτο, εμπλέκοντας όχι μόνο την πολιτική και δικαστική εξουσία του κρατιδίου αλλά και την ανησυχία των γειτονικών σουνιτικών και σηιτικών κρατών. Πρόκειται για άλλο ένα πεδίο γεωπολιτικής σύγκρουσης Σηιτών και Σουνιτών στον ισλαμικό κόσμο.
Ίσως το Μπαχρέιν να είναι ένα κρατίδιο με μικρό πληθυσμό αλλά έχει για την Δύση μεγάλη γεωπολιτική σημασία με την σηιτική πλειοψηφία να κυβερνάται απολυταρχικά από την σουνιτική ελίτ της χώρας. Το εν λόγω πολιτικό και πληθυσμιακό σχήμα με διαφοροποιήσεις ανησυχεί και τις λοιπές αραβικές χώρες του Περσικού Κόλπου που διαθέτουν σηιτικό πληθυσμό είτε ως πλειονότητα είτε ως μειονότητα. Ιδιαίτερα ανησυχεί την Σαουδική Αραβία στα ανατολικά εδάφη και παράλια της οποίας πλεονεκτεί αριθμητικά το 12% των Σηιτών της χώρας. Και εκεί βρίσκονται τα σημαντικότερα ενεργειακά κοιτάσματα της Σ. Αραβίας. Με αυτόν τον τρόπο ερμηνεύεται και το έκδηλο παρεμβατικό ενδιαφέρον του Ριάντ για τα τεκταινόμενα στο Μπαχρέιν μέσω του Συμβουλίου Συνεργασία του Κόλπου.
Η μη αποκλιμάκωση, και κυρίως εκτόνωση, της κρίσης στο Μπαχρέιν λόγω της ειρηνικής μεθόδου της πολιτικής ανυπακοής των Σηιτών έχει φέρει αποτελέσματα επικοινωνιακής φύσεως για τους Σηίτες των άλλων κρατών του Περσικού Κόλπου. Οι Σηίτες εκεί περιμένουν με έκδηλο ενδιαφέρον το αποτέλεσμα της κρίσης στο Μπαχρέιν ως σημείο αναφοράς για την δική τους κατάσταση. Με δεδομένο ότι η κρίση στο Μπαχρέιν δεν έχει τεθεί υπό έλεγχο από το κράτος, η εν λόγω κρίση αναμένεται να συνεχισθεί προκαλώντας περαιτέρω τριγμούς στην εξουσία των Σουνιτών της περιοχής.
Ίσως η Συρία και η Αίγυπτος, και όχι το Μπαχρέιν, να μονοπωλούν το επικοινωνιακό ενδιαφέρον της Δύσης αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το Μπαχρέιν δεν προκαλεί την ίδια ανασφάλεια στο δυτικό στρατόπεδο. Το αντίθετο, η σημασία που δίνουν το Λονδίνο και η Ουάσινγκτον στο Μπαχρέιν φαίνεται από την επιχειρησιακή δράση και συντονισμό τους στην περιοχή. Εάν η πολύχρονη κρίση στο Μπαχρέιν δεν διευθετηθεί με δίκαιο και ειρηνικό τρόπο σύντομα, τότε η Μανάμα αναμένεται να αποτελέσει το επόμενο χρονικά σημείο, και δημοσιογραφικής, αναφοράς για το μέλλον της σύγκρουσης Σουνιτών και Σηιτών στον Περσικό Κόλπο. Προς το παρόν η Δημοκρατία στο Μπαχρέιν κείται στην Προκρούστεια γεωπολιτική Κλίνη της Δύσης.




Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

The Pact of Baghdad: A forgotten Cold War embankment

Το Σύμφωνο της Βαγδάτης
Ένα ξεχασμένο ψυχροπολεμικό ανάχωμα

Καθημερινή, 28/09/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής – ΕΛΙΑΜΕΠ
Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011. ISBN: 978-960-7498-85-1.



            Κατά το πρότυπο του ΝΑΤΟ και του Οργανισμού Συμφώνου της Νοτιοανατολικής Ασίας, η ίδρυση του Συμφώνου της Βαγδάτης (Οργανισμός του Κεντρικού Συμφώνου - ΣΕΝΤΟ) στις 24 Φεβρουαρίου 1955 αποτέλεσε την προέκταση της δυτικής επιρροής στα νοτιοδυτικά σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης με σκοπό τον περιορισμό της σοβιετικής επέκτασης στην Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό. Το Σύμφωνο περιελάμβανε την Τουρκία, Ιράκ, Ιράν και το Πακιστάν με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ ως συνδεδεμένα μέλη. Επίσης ιδιαίτερος ήταν ο ρόλος της Κύπρου καθώς φιλοξενούσε τις βρετανικές βάσεις και τις συνέδεε επιχειρησιακά με την Μέση Ανατολή.
            Οργανωτικά το Σύμφωνο περιελάμβανε το Συμβούλιο Υπουργών, την Γραμματεία και την Οικονομική Επιτροπή με υποεπιτροπές υγείας, εμπορίου και επικοινωνιών. Το Συμβούλιο Υπουργών συνερχόταν ετησίως σε επίπεδο πρωθυπουργών ή υπουργών εξωτερικών διαδοχικά στην Τεχεράνη, Ισλαμαμπάντ, Άγκυρα, Λονδίνο και Ουάσινγκτον. Στην Άγκυρα διεξάγονταν συναντήσεις σε επίπεδο πρέσβεων. Η Γραμματεία αποτελείτο από 200 άτομα και ο Γενικός Γραμματέας του Συμφώνου οριζόταν από το Συμβούλιο Υπουργών για τρία χρόνια. Παράλληλα υπήρχε η Στρατιωτική Επιτροπή με σκοπό την διεξαγωγή κοινών στρατιωτικών ασκήσεων σε περιοδική βάση παρά την απουσία μονίμων κοινών στρατιωτικών δομών στα μέλη του Συμφώνου.
            Η χρηματοδότηση του Συμφώνου προερχόταν από τις εισφορές των κρατών μελών του με τις ΗΠΑ και του Ηνωμένο Βασίλειο να έχουν την μερίδα τους λέοντος σε επίπεδο εισφορών. Το 1959 οι ΗΠΑ ίδρυσαν το Απόθεμα Αναπτυξιακών Δανείων για την χρηματοδότηση διαφόρων έργων, όπως του σιδηροδρόμου Τουρκίας-Ιράν, της ειδικής τεχνολογίας τηλεφωνικής γραμμής Άγκυρας-Τεχεράνης-Καράτσι (1965), την επέκταση του λιμένα της Τραπεζούντας και τον οδικό άξονα Πακιστάν-Ιράν-Τουρκία.
            Ωστόσο ευθύς εξαρχής φάνηκαν οι εγγενείς αδυναμίες ενός εγχειρήματος όπως του Συμφώνου. Η διακυβερνητική στρατιωτική συμμαχία που αντιπροσώπευε το Σύμφωνο αποδείχτηκε βραχύβια και προβληματική στην εφαρμογή της καθώς μία σειρά γεγονότων την περιθωριοποίησαν επιχειρησιακά. Στις 14 Ιουλίου 1958 η πτώση του ιρακινού μονάρχη από το στρατιωτικό πραξικόπημα του Στρατηγού Αμπντούλ Καρίμ Κάσιμ είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση του Ιράκ από το Σύμφωνο και την επίσημη ουδετεροποίηση του σε σχέση με το ψυχροπολεμικό κλίμα αλλά με έντονη την ουσιαστική στροφή του προς την σφαίρα επιρροής της Μόσχας. Παρά το ότι η έδρα του Συμφώνου μεταφέρθηκε στην Άγκυρα η απώλεια του Ιράκ ήταν εμφανής και αποδυνάμωσε το Σύμφωνο.
Κατά την δεκαετία του 1960 η συνοχή του Συμφώνου δοκιμάστηκε από την αραβο-ισραηλινή διένεξη και τους πολέμους μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 προκάλεσε τριγμούς μεταξύ του Λονδίνου και της Ουάσινγκτον αφενός και της Άγκυρας αφετέρου. Αδυνατώντας να προσφέρει σταθερότητα και προοπτική επίλυσης των εν λόγω διενέξεων το Σύμφωνο άρχισε να χάνει την οποιαδήποτε αίγλη και δυναμική είχε αρχικά αποκτήσει. Το κυριότερο όμως είναι ότι το Σύμφωνο είχε αποτύχει στην κύρια αποστολή του, δηλ. τον ανάσχεση του σοβιετικού επεκτατισμού στην Μέση Ανατολή. Η Μόσχα είχε κατορθώσει να παρακάμψει την δράση του Συμφώνου και να αναπτύξει ζωτικές για αυτήν σχέσεις με την Συρία, Ιράκ, Αίγυπτο, Υεμένη, Σομαλία και την Λιβύη.
            Το τέλος στο εκ γενετής αδύναμο Σύμφωνο σηματοδότησε η Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν το 1979. Η πτώση του φιλοδυτικού Σάχη και η ανάληψη της εξουσίας από τον Αγιατολλά Χομεϊνί σήμανε τον επιχειρησιακό κατακερματισμό και τέλος του Συμφώνου. Εφεξής η Δύση θα αναζητούσε μία νέα ασπίδα-οργανισμό αυτή την φορά για να αντιμετωπίσει την Ισλαμική Αναγέννηση του Ιράν στον Ισλαμικό κόσμο και με αυτό επιφορτίσθηκε το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (1982).
            Η ανεπάρκεια του Συμφώνου έγκειται επίσης και στο γεγονός ότι σε αντίθεση με τον αμυντικό οραματισμό των δημιουργών του δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει μόνιμες στρατιωτικές δομές και σχέσεις μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των μελών-κρατών του παρά μόνο σε υποτυπώδες επίπεδο στοιχειωδών και εφήμερων ανταλλαγών. Σταδιακά αποδείχθηκε ότι το Σύμφωνο εξυπηρετούσε καλύτερα τις οικονομικές και τεχνολογικές ανταλλαγές των μελών του καταργώντας στην πράξη την οιαδήποτε στρατιωτική του σημασία.
            Το Σύμφωνο της Βαγδάτης ουσιαστικά όχι μόνο δεν περιόρισε την σοβιετική επιρροή αλλά ανέδειξε τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας η οποία αποτελώντας μέλος τόσο του ΝΑΤΟ όσο και του Συμφώνου της Βαγδάτης μονοπωλούσε την επιχειρησιακή  επιρροή σε ανατολικά και δύση. Το αδιαπέραστο τείχος που σήκωσε η προνομιακή θέση και μεταχείριση της Τουρκίας από τους δυτικούς συμμάχους της προκάλεσε ζημιά στα συμφέροντα τόσο της Ελλάδας όσο και του Ιράκ και Ιράν οι οποίοι επιζητούσαν εκατέρωθεν πιο στενούς δεσμούς. Αντίθετα η τουρκική επιρροή φρόντιζε να στεγανοποιεί τα κανάλια επαφών.
Ενδεικτικό του επιζήμιου χαρακτήρα του Συμφώνου για τα συμφέροντα της Ελλάδας είναι το γεγονός ότι κατά την δεκαετία του 1960 και 1970 οι σχέσεις της Ελλάδας με το Ιράκ, το Ιράν και το Πακιστάν παρέμεναν τυπικές και αδρανείς. Παρά τις όποιες επίμονες κατά καιρούς προσπάθειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για διμερή προσέγγιση των εν λόγω χωρών, η Τουρκία πάντοτε παρενέβαινε σε κάθε επίπεδο επικαλούμενη τις δεσμεύσεις των χωρών του Συμφώνου της Βαγδάτης για να αποσοβηθεί η ελληνική προσέγγιση με αυτές. Ενδεικτικό του εν λόγω επιχειρήματος είναι το γεγονός ότι μετά την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν και την κατάλυση του Συμφώνου το 1979 οι ήδη επί Σάχη θετικές σχέσεις της Ελλάδας με το Ιράν γνώρισαν άνευ προηγουμένου ενδυνάμωση για τα δεδομένα των μελών-χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με διπλωματικές πράξεις και υψηλόβαθμες επισκέψεις επισήμων με αποκορύφωμα την ανταλλαγή επισκέψεων του Έλληνα Προέδρου Κωστή Στεφανόπουλου και του Ιρανού ομολόγου του Μοχάμμαντ Χαταμί. Ιδιαίτερα ο οκταετής Α’ πόλεμος του Περσικού Κόλπου μεταξύ του Ιράν και του Ιράκ έδωσε την δυνατότητα στην Ελλάδα και σε ελληνικές εταιρίες να εμφανισθούν στα πράγματα τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού των αντιμαχομένων όσο και καθαρά οικονομικών συναλλαγών. Γενικότερα οι διπλωματικές πράξεις της Ελλάδας με τις χώρες του Συμφώνου πολλαπλασιάσθηκαν σε μία δεκαετία.
Εν γένει ενώ το Σύμφωνο της Βαγδάτης απέβλεπε στην απόκρουση οιασδήποτε σοβιετικής επέκτασης, τα μέλη του Συμφώνου δύσκολα θα δρούσαν από κοινού χωρίς την στήριξη του Λονδίνου και της Ουάσινγκτον. Επίσης ο συνασπισμός των χωρών αυτών καθίστατο δυσχερής στην πράξη χωρίς την στήριξη του αραβικού κόσμου, ιδιαίτερα με την αποχώρηση του Ιράκ. Κάτι τέτοιο ποτέ δεν συνέβη και το Σύμφωνο τέθηκε γρήγορα στο περιθώριο του χρόνου.
Βιβλιογραφία


G. Hadley, CENTO—The Forgotten Alliance, Brighton, 1971.
K. Qureshi, “Pakistan and Iran. A Study in Neighborly Diplomacy,” Pakistan Horizon 21/1, 1968, pp. 33-39.


Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Islam in the Chore of East Africa

Το Ισλάμ στο Kέρας της Αφρικής

Καθημερινή, 24/9/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Δεν ήταν έκπληξη η επίθεση των Ισλαμιστών της Αλ-Σαμπάμπ στο εμπορικό κέντρο του Ναϊρόμπι για εκείνους που παρακολουθούν τις εξελίξεις στο Κέρας της Αφρικής. Αντίθετα αναμενόμενη ήταν λόγω της εύθραυστης γεωπολιτικής κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή λόγω του σομαλικού εμφυλίου που μαίνεται ακατάπαυστα και έχει επηρεάσει τις γειτονικές της Σομαλίας χώρες. Ο ρόλος του Ισλάμ στην περιοχή είναι κομβικός για την ερμηνεία των εξελίξεων, παρόντων και μελλοντικών.
Κατά τις δεκαετίες του 1990 και 2000 η σύγκρουση του σουνιτικού Ισλάμ με την Δύση έλαβε διαστάσεις στην περιοχή με σειρά από γεγονότα γνωστά, όπως οι επιθέσεις στην Κένυα και την Τανζανία (1998), η επίθεση στο αμερικανικό καταδρομικό σκάφος Κόουλ στα Στενά του ‘Αντεν (2000) αλλά και με σειρά πολεμικών γεγονότων που είτε δεν προβάλλονται είτε μειώνεται η σημασία τους στα δυτικά ΜΜΕ. Σε αυτά τα γεγονότα εντάσσονται ο εμφύλιος της Σομαλίας και το φαινόμενο της πειρατείας. Και τα δύο συνδέονται με τον ρόλο του Ισλάμ στην περιοχή και ιδιαίτερα τον ιερό πόλεμο των Ισλαμιστών της Αλ-Κάιντα και του κλάδου της στη Σομαλία, δηλ., την ισλαμιστική οργάνωση Αλ-Σαμπάμπ.
            Ο εμφύλιος στη Σομαλία είναι συνδεδεμένος επιχειρησιακά, και εν μέρει ιδεολογικά, με το φαινόμενο της πειρατείας στην θάλασσα της. Αν. Αφρικής. Η σύνδεση της Αλ-Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου μέσω της Υεμένης και της Σομαλίας έχει προκαλέσει την αποσταθεροποίηση της Σομαλίας, ενός «κράτους-παρίας». Η πειρατεία, παρότι μεταξύ άλλων είναι φαινόμενο καθαρά εγκληματικού χαρακτήρα, έχει επίσης ιδεολογική χροιά σε μέρος των πειρατών, και μάλιστα μέρος των λύτρων και λαφύρων που περιέρχονται στους πειρατές περαιώνονται στο εσωτερικό της Σομαλίας για την χρηματοδότηση της Αλ-Σαμπάμπ ενάντια στην φιλοδυτική κυβέρνηση της πρωτεύουσας Μογκαντίσου. Σκοπός; Η ενίσχυση του ιερού πολέμου και η δημιουργία ισλαμικού κράτους στην Σομαλία.
            Επιχειρησιακά το πρόσφατο χτύπημα στο Ναϊρόμπι αποτελεί σημαντική εξέλιξη στην επιχειρησιακή τακτική της Αλ-Σαμπάμπ, η οποία βλέποντας τις γειτονικές χώρες να επεμβαίνουν στον σομαλικό εμφύλιο σε συμμαχία με χώρες της Δύσης, λ.χ. με μη επανδρωμένα αεροπορικά κτυπήματα κατά βάσεων της Αλ-Σαμπάμπ, αποφάσισε να δράσει όμοια εξάγοντας τον σομαλικό εμφύλιο στην Κένυα. Το μήνυμα της Αλ-Σαμπάμπ προς το Ναϊρόμπι και την Δύση είναι σαφές: «Μην παρεμβαίνετε στα εσωτερικά της Σομαλίας!» Το αν είναι σε θέση η Αλ-Σαμπάμπ να διατηρήσει επιχειρησιακά διαρκή την πίεση προς το Ναϊρόμπι με τέτοιου είδους κτυπήματα είναι άλλο θέμα. Όπως και να ‘χει οι Ισλαμιστές καθιστούν σαφές στην Δύση ότι είναι ικανοί να ακουστούν και να διαιωνίσουν την αστάθεια στην περιοχή. Ίσως στο προσεχές μέλλον περιμένουν μία δραστική αλλαγή της αμερικανικής στάσης προς αυτούς, όμοια με εκείνη προς τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν.
τ�� � � � ��~ �]� ,” όπως έχει ο ίδιος δηλώσει προ καιρού. Όντως ο Έρντοαν βλέπει τον εαυτό του ως “πατέρα” της τουρκικής κοινωνίας (κατ’αντίστροφη αναλογία με τον Μουσταφά Κεμάλ), έναν πατέρα με δύο παιδιά. Αφενός χαϊδεύει το ένα, δηλ. το υπάκουο μουσουλμανικό τμήμα των Τούρκων, αφετέρου νουθετεί το άλλο του παιδί, την εκκομισκευμένη μερίδα, για να το επαναφέρει στο “σωστό δρόμο.” Τελικά ο Έρντοαν δεν βλέπει τον εαυτό του ως απλό πολιτικό διαχειριστή αλλά ως διαμορφωτή του μέλλοντος της τουρκικής κοινωνίας και σε υλικό και σε πνευματικό επίπεδο. Ασφαλώς το σύγχρονο δυτικό πολιτικό μυαλό δεν συμφωνεί, και ίσως δεν κατανοεί ουσιαστικά, μια τέτοια μεταφυσική προσέγγιση. Καλείται όμως να την σκεφθεί για να την ερμηνεύσει, όπως και στην περίπτωση της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν.

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

The Accelerrated Dispersion of Chemicals in Syria

Η διασπορά των χημικών στη Συρία επιταχύνεται

Καθημερινή, 15/9/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

Η συμφωνία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας για την παράδοση του χημικού οπλοστασίου της Συρίας μέχρι τα μέσα του 2014, αποτελεί νίκη της διπλωματίας σε βάρος της στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων καθώς και επικράτηση του Μπαράκ Ομπάμα επί των φιλοπόλεμων κύκλων της Δύσης. Ίσως η προσοχή και μετριοπάθεια αποφασιστικότητα του Αμερικανού προέδρου να μεταφράζεται από τους ανωτέρω κύκλους ως δισταγμός και αναποφασιστικότητα αλλά το αποτέλεσμα είναι ότι ο Ομπάμα, με την συνδρομή της Μόσχας, απέτρεψε την στρατιωτική περιπέτεια των ΗΠΑ με την οποία ο ίδιος τόσο διαφωνεί. Τί σημαίνει, λοιπόν, η νέα συμφωνία για την ασφάλεια της Συρίας και της περιοχής;
            Πέραν του ότι απετράπη η γενίκευση του συριακού εμφυλίου στις όμορες χώρες και ότι δίδεται κάποια προοπτική από την Δύση για την μεσοπρόθεσμη σταθεροποίηση της Συρίας, το μεγαλύτερο κέρδος της Δύσης από αυτή την συμφωνία είναι η περαιτέρω αποδυνάμωση του Ασσάντ με την συμφωνημένη παράδοση του οπλοστασίου του. Είναι ένα ακόμη βήμα προς αυτή την κατεύθυνση διότι είναι δύσκολο να στοχεύσεις ένα κράτος με χημικά όπλα. Το δυσδιάκριτο στοιχείο στην εν λόγω συμφωνία είναι κατά πόσο οι ΗΠΑ θα υλοποιήσουν την πλήρη παράδοση των χημικών της Δαμασκού και πως θα διασφαλίσουν την μη επιτάχυνση της διασπορά τους.
Ο Ασσάντ από την πλευρά, επιτυγχάνοντας την αναβολή της αμερικανικής επίθεσης, κερδίζει χρόνο και αναπροσαρμόζει την τακτική του. Εφόσον ευσταθούν οι πληροφορίες για μεταφορά μέρους του οπλοστασίου του στο Ιράκ και το Λίβανο αλλά και σε διάφορα μέρη της Συρίας, τότε λογικό είναι να επιδιώκει την απόκρυψη σημαντικού μέρους του οπλοστασίου από την Δύση και την παράδοση μέρους του σε αυτή το ερχόμενο καλοκαίρι. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκει να ενδυναμώσει τον σηιτικό άξονα στην περιοχή.
Η εν λόγω τακτική όμως περιπλέκει τα πράγματα, διότι επιταχύνει τη διασπορά των χημικών και καθίστα σχεδόν αδύνατη την υλοποίηση της άρτι υπογραφείσας συμφωνίας. Παράλληλα, λόγω του ρευστού πολεμικού μετώπου του συριακού εμφυλίου, είναι μεγάλος ο κίνδυνος για τα χημικά που βρίσκονται διεσπαρμένα στη Συρία να πέσουν σε χέρια ακραίων στοιχείων της συριακής αντιπολίτευσης. Και όπως έχει αποδειχθεί στο παρελθόν τα χημικά έχουν χρησιμοποιηθεί εκατέρωθεν στον συριακό εμφύλιο. Είναι, λοιπόν, επιτυχία από άποψη ασφαλείας η πρόσφατη συμφωνία για την Συρία;



Accelerating the spread of chemical weapons in Syria

                                                      Dr. Evangelos Venetis ,
Head of the Middle East Research Project- ELIAMEP, e.venetis @ yahoo.com


The agreement between the U.S. and Russia for elimination of the chemical weapons arsenal of Syria until mid-2014 is a victory for diplomacy and Barack Obama at the expense of warlike circles of the West. The caution and moderation of the U.S. President is translated by these circles as hesitation and indecision, but the result is that Obama , with the assistance of Moscow, prevented the U.S. from engaging in an uncertain military adventure. What does then mean the new security agreement for the Syria and the region?
Besides the fact that a spread of the Syrian civil war in neighboring countries was averted and that the West has given a hint of its intentions to stabilize Syria in the mid-term, the biggest gain of this agreement for the West is to further weaken Assad’s power. It is another step in that direction because it is difficult to target with conventional weapons a state having chemical weapons. The question in this agreement is whether the U.S. is able to implement the full delivery of Assad’s chemical weapons and that in this process Assad’s chemical weapons arsenal will not fall in the wrong hands.
Now the Assad government, by achieving the postponement of an American attack, is gaining time and is adapting its tactics to the new circumstances. If information is valid on Assad transferring part of its chemical weapons arsenal in Iraq and Lebanon, but also in different parts of Syria, then it is plausible that Assad seeks to hide a significant part of Syria’s arsenal from the watchful eye of the West and ahead of the delivery of part of this next summer. Hence Assad seeks to strengthen Shiite axis in the region.

This tactic, however, complicates things, as it speeds up the spread of chemical weapons and makes almost impossible the implementation the newly signed agreement Furthermore, because of the uncertain battle front of the Syrian civil war, there is a big risk for spreading of chemicals in Syria, especially falling into the hands of extremist elements of the Syrian opposition. So far chemicals have been used on both sides in the Syrian civil war. Hence, is it a success, in terms of security, the recent agreement on Syria?

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

The Forgotten Greeks of Syria

Ξεχάσαμε τους ΄Ελληνες της Συρίας

Καθημερινή, 10/9/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ


Αλήθεια είναι ότι μέσα στον ορυμαγδό των ειδήσεων για την οικονομική κρίση, αδιαφορούμε σε κάθε επίπεδο για το τι συμβαίνει εκτός Ελλάδας, και ιδιαίτερα στην γειτονιά μας, λ.χ. την Μέση Ανατολή. Βέβαια αυτό συνέβαινε και προ κρίσης, οπότε η οικονομία σήμερα δεν αποτελεί δικαιολογία. Απλώς αδιαφορούμε, εμείς οι Έλληνες, για διαφόρους λόγους (ας μην τους αναλύσουμε επί του παρόντος). Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της Συρίας. Επηρεασμένοι από την ξένη ειδησεογραφία για το θέμα αναλύουμε τις τρέχουσες εξελίξεις αλλά ξεχνούμε ότι στην Συρία σήμερα ζουν αδελφοί Έλληνες οι οποίοι χειμάζονται από τον εμφύλιο. Μέχρι σήμερα δεν έχει δοθεί καμία αναφορά ή έκταση από τα ελληνικά ΜΜΕ στο θέμα, πέραν ίσως της απαγωγής των δύο επισκόπων προ μερικών μηνών, απόρροια της διεθνούς ειδησεογραφίας για το θέμα. Δικαιούμαστε να ξεχνούμε, λοιπόν, τους Έλληνες της Συρίας; Σε καμία περίπτωση.
            Ως «Έλληνες» της Συρίας καθορίζονται οι κάτοικοι οι οποίοι α) Χριστιανοί Ορθόδοξοι ή άλλου δόγματος ομιλούντες ελληνικά, β) σουνίτες ή μπεκτασήδες μουσουλμάνοι δίγλωσσοι ομιλούντες ελληνικά (κρητική διάλεκτο) και αραβικά, και γ) αραβόφωνοι Χριστιανοί οι οποίοι έχουν ελληνική καταγωγή και χρησιμοποιούν εν μέρει την ελληνική ως γλώσσας λειτουργίας τους ναούς. Εν ολίγοις, στην Συρία σήμερα υπάρχουν πληθυσμοί οι οποίοι παρουσιάζουν ένα από τα δύο βασικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου Νεοέλληνα, δηλ. την ελληνική γλώσσα και την χριστιανική ορθόδοξη θρησκεία.
Σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών, υπάρχουν στη Συρία σήμερα 1200 Έλληνες με ελληνικά διαβατήρια, οι περισσότεροι μέλη της ελληνικής κοινότητας από το 1913. Ο αριθμός όμως των Ελλήνων χωρίς ελληνικά διαβατήρια είναι πολλαπλάσιος χωρίς να υπάρχουν σαφή στοιχεία. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, ο αριθμός των Ελληνόφωνων Μουσουλμάνων των γνωστών ως «Τουρκοκρητικών» της Συρίας ανέρχεται σε 3.000-4.000 ενώ των Αραβόφωνων Χριστιανών είναι συγκεχυμένος.
Ο ελληνικός πληθυσμός είναι διασκορπισμένος στα διάφορα αστικά κέντρα της χώρας, δηλ. την Δαμασκό, το Χαλέπι, την Λατάκεια, την Ταρτούς, την Χομς και την Χάμαα. Δεδομένου του ότι οι πόλεις αυτές είναι το κύριο θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων, καθίσταται σαφές ότι οι ανωτέρω πληθυσμοί είναι σε άμεσο κίνδυνο και χρειάζονται την ανθρωπιστική στήριξη της Ελλάδας τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας και των ιδιωτών σε επίπεδο Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Παράλληλα τα ελληνικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης χρειάζεται αναδείξουν το θέμα προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν οι υπεύθυνοι και η ελληνική κοινή γνώμη.
Το ελληνικό ΥΠΕΞ δεν έχει δεχθεί, επί του παρόντος, αιτήματα επαναπατρισμού από τους κατόχους ελληνικών διαβατηρίων. Ωστόσο το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει κλείσει, για πολιτικούς λόγους, την διπλωματική της αντιπροσωπεία στη Συρία, και αντιπροσωπεύεται πλέον μέσω γηγενών άμισθων προξένων, καθιστά την θέση της ελληνικής πολιτείας εξαιρετικά δυσχερή στο ενδεχόμενο ουσιώδους υποστήριξης των ελληνικών και χριστιανικών πληθυσμών της Συρίας. Γι’αυτό ο ρόλος της Εκκλησίας και των ΜΚΟ καθίσταται σημαντικός.
Λόγω της κρίσιμης και επικίνδυνης κατάστασης στο εσωτερικό της Συρίας η ελληνική πολιτεία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Αρχιεπισκοπή Ελλάδας σε συνεργασία με τα συναρμόδια Ορθόδοξα Πατριαρχεία, χρειάζεται να συντονίσουν και να βοηθήσουν την δράση ελληνικών ΜΚΟ σε επίπεδο ανθρωπιστικής βοήθειας (υγείας και διατροφής) για τους κατοίκους των περιοχών αυτών. Ο μικτός (διγενής) χαρακτήρας των κατοίκων της περιοχής αλλά και το γεγονός ότι οι Έλληνες της Συρίας διαβιούν σε κοινά χωροταξικά σύνολα με τους λοιπούς κατοίκους της Συρίας εγγυάται το ότι αποδέκτες μίας τέτοιας βοήθειας θα είναι όχι μόνο οι ελληνικοί και χριστιανικοί πληθυσμοί της Συρίας αλλά και ευρύτερα ο συριακός πληθυσμός ανεξαρτήτως φυλής ή θρησκείας. Με αυτό τον τρόπο η Ελλάδα, ως έθνος κράτος καλείται, να αποδείξει ότι δεν ξεχνάει τα οικουμενικά παιδιά της αλλά και ότι είναι σε θέση να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την σταθεροποίηση της Συρίας σε επίπεδο ήπιας ισχύος. Το εγχείρημα δύσκολο αλλά ο στόχος εφικτός.





Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Obama and the UN on Syria

Ο Ομπάμα και ο ΟΗΕ για τη Συρία

Καθημερινή, 1/9/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

*Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011.ISBN: 978-960-7498-85-1.

Σε κάθε γεωπολιτική σύγκρουση με την προοπτική στρατιωτικής εμπλοκής υπάρχει το ηθικό και το επιχειρησιακό πλαίσιο, δηλ. η θεωρία και η πράξη, με την δεύτερη να βασίζεται και να επηρεάζεται από την πρώτη. Στην περίπτωση της εν εξελίξει προετοιμασίας των ΗΠΑ και των στενών συμμάχων τους να επιτεθούν στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας το ηθικό μέρος χρησιμοποιείται και για την δικαιολόγηση της στρατιωτικής εμπλοκής (βλ. χρήση χημικών όπλων εναντίον αμάχων) των ΗΠΑ αλλά και για τον τρόπο προετοιμασίας της επιχείρησης κατά την μετάβαση από την θεωρία στην πράξη και από την πολιτική πλαισίωση στην στρατιωτική δράση. Ακριβώς στο ηθικό αυτό πλαίσιο εντάσσεται και η χθεσινή δήλωση του Προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα για το ότι θα σεβασθεί τους δημοκρατικούς θεσμούς των ΗΠΑ και θα ζητήσει να λάβει την έγκριση του αμερικανικού κογκρέσου για να επέμβει αεροπορικά στην Συρία.
Είναι αλήθεια ότι ο Ομπάμα έχει διαχειρισθεί και διαχειρίζεται την εν λόγω κρίση με μετριοπάθεια και σύνεση αποφεύγοντας να λάβει ακραίες αποφάσεις εν θερμώ. Στον χθεσινό του λόγο η μετριοπάθεια και νηφαλιότητα είναι πρόδηλη. Το να ζητήσει την έγκριση του Κογκρέσου αφενός καταδεικνύει όντως τον σεβασμό στους δημοκρατικούς θεσμούς. Ωστόσο ευρισκόμενος σε δίλημμα ανάμεσα αφενός στις φιλειρηνικές προεκλογικές δεσμεύσεις του και την παρούσα αρνητική κοινή γνώμη στο ενδεχόμενο πολεμικών περιπετειών των ΗΠΑ και αφετέρου στην ανάγκη προάσπισης των στρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ στη Συρία, η εν λόγω στροφή του Ομπάμα προς το Κογκρέσο εκφράζει την προσωπική του εγκράτεια, ίσως και αμηχανία. την στιγμή που προσπαθεί να συγκεράσει μετριοπαθώς τα κελεύσματα των «γερακιών» με την ρεαλιστική ενατένιση της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Και τα καταφέρνει αρκετά καλά ικανοποιώντας και τις δύο ανωτέρω τάσεις. Υπάρχει ένα όμως κενό ηθικής στο λόγο του Αμερικανού προέδρου.
Ενώ ο ίδιος προασπίζεται την δημοκρατία στην λήψη τόσο σημαντικών αποφάσεων στη χώρα του, δεν κάνει το ίδιο και την λειτουργία και σημασία των δημοκρατικών θεσμών σε διεθνές επίπεδο, στην συγκεκριμένη περίπτωση τον ΟΗΕ. Με το να παραμερίσει τον ρόλο του Συμβουλίου Ασφαλείας και μάλιστα συλλήβδην, θεωρώντας ότι το βέτο της Ρωσίας και της Κίνας καθιστά κάθε διπλωματική προσπάθεια των ΗΠΑ μάταιη, ο Ομπάμα βαδίζει, υπό την πίεση των «γερακιών» ίσως, στα βήματα του προκατόχου του. Εφόσον υπάρχει χρόνος (ένας μήνας τουλάχιστον) για τον Ομπάμα στο θέμα της Συρίας με το Κογκρέσο να συγκαλείται πολύ αργότερα θα έπρεπε στον λόγο του να στηρίξει τον ρόλο του ΟΗΕ και όχι να των παραγκωνίσει. Θα έπρεπε να τονίσει την σημασία της διεθνούς διπλωματίας για την προώθηση επίλυσης στην Συρία παρά το βέτο της Μόσχας και του Πεκίνου. Διότι ναι μεν ο στόχος του Ομπάμα είναι η ήττα των αντιπάλων της, αλλά η Ουάσινγκτον έχει και συμμάχους. Με το να αποχρωματίζεται και να μειώνεται ο ρόλος του ΟΗΕ, η υπερδύναμη στέλλει το λάθος μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο και ιδιαίτερα στους συμμάχους τους σε επίπεδο πολιτικής μεθοδολογίας, και εν μέρει ιδεολογίας, αναφορικά με την σημασία των δημοκρατικών θεσμών. Δημοκρατικά μιλώντας το αμερικανικό Κογκρέσο θα έπρεπε να προβάλλεται από τις ΗΠΑ ως εξίσου σημαντικό με το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, διότι επικοινωνιακά στέλλει το μήνυμα της αξιοπιστίας της υπερδύναμης, αλλά και του ΟΗΕ, στον κόσμο. Δεν είναι αργά για την Ουάσινγκτον να διορθώσει αυτό το λάθος στον εναπομείναντα χρόνο πριν την εμπλοκή της στη Συρία.



Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Lebanon Displaying Violence Restraint

Ψυχραιμία στο Λίβανο

Καθημερινή, 24/08/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

*Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011.ISBN: 978-960-7498-85-1.


«Θα σας κυνηγήσουμε και στην Κόλαση, αν χρειαστεί,» είχαν απειλήσει οι Σουνίτες Ουαχαβίτες στην Συρία τους Σηίτες μαχητές της Χεζμπολλά του Λιβάνου, όταν οι τελευταίοι τον περασμένο Μάιο συμμετείχαν πλάι στον στρατό του Ασσάντ στην μάχη του Κουσέιρ. Η ήττα των Ουαχαβιτών στο Κουσέιρ σήμανε την υποχώρησή τους, προκαλώντας την αναμενόμενη οργή τους. Χρειάσθηκε να περάσουν δύο μήνες και οι Ουαχαβίτες άρχισαν να υλοποιούν μέρος της υπόσχεσής τους.
            Η βομβιστική επίθεση σε σηιτική συνοικία της Ν. Βηρυτού την περασμένη εβδομάδα αποδόθηκε σε Σουννίτες και αποτελεί την αρχή της υλοποίησης της σουνιτικής υπόσχεσης. Το αναγνώρισε και ο αρχηγός της Χεζμπολλά Χασάν Νασράλλα, απειλώντας ότι θα πολεμήσει ο ίδιος επικεφαλής της Χεζμπολλά στη Συρία. Λίγες μέρες μετά, μόλις χθες, συνέβη η διπλή βομβιστική επίθεση σε δύο σουνιτικά τζαμιά της Τρίπολης, προπυργίου των Σουνιτών. Στην Χεζμπολλά πήγε το μυαλό όλων.
            Χωρίς να αποκλείεται κανένα ενδεχόμενο, τυχόν επίθεση της Χεζμπολλά εναντίον Λιβανέζων Σουνιτών θα αποτελούσε παραβίαση της πάγιας αρχής της Σηιτικής οργάνωσης περί μη εμπλοκής της σε εμφύλια διαμάχη στο Λίβανο. Έχοντας την εμπειρία του πολέμου με το Ισραήλ το 2006 και αφιερώνοντας μέρος του έμψυχου και υλικού δυναμικού της στην διάθεση του Ασσάντ στον εμφύλιο της Συρίας, η Χεζμπολλά αποφεύγει την πολεμική εμπλοκή της στο Λίβανο και το Ισραήλ, όπως ο Διάολος το λιβάνι.» Γιατί; Το ισχυρό οπλοστάσιό της δεν είναι ανεξάντλητο και το έχει φυλαγμένο για μελλοντική σύρραξη με το Ισραήλ, τον αντικειμενικό αντίπαλό της στην περιοχή. Οι μικρού και μεσαίου βεληνεκούς πύραυλοι της Χεζμπολλά είναι στραμμένοι στο Ισραήλ με την προοπτική να μην χρησιμοποιηθούν αλλόγιστα, διότι στην παρούσα συγκυρία είναι δύσκολο να αναπληρωθούν. Εξάλλου στη Συρία η Χεζμπολλά απέφυγε την χρήση τους περιοριζόμενη κυρίως σε ελαφρύ και φορητό οπλισμό. Παράλληλα κατά τα λεγόμενα του ίδιου του Νασράλλα η απάντηση της Χεζμπολλά δίνεται στο μέτωπο της Συρίας και όχι στο Λίβανο.
            Ανεξάρτητα από το ποιος κρύβεται πίσω από την πρόσφατη επίθεση στην Τρίπολη, ο Λίβανος χρειάζεται σταθερότητα και ειρήνη για το καλό όλων εντός και εκτός της χώρας. Ο δεκαπενταετής εμφύλιος του Λιβανού (1975-1990) αποτελεί γερή παρακαταθήκη για τους Λιβανέζους προς αποφυγή παρομοίων λαθών. Ποιος χαίρεται και ωφελείται από την έριδα μεταξύ δύο αδελφών; Μα αυτοί που είναι εκτός της οικογένειας. Και οι Λιβανέζοι το ξέρουν…


Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

The Brotherhood in Dilemma: Compromise or Warfare

Ώρα μηδέν για την Αδελφότητα: Συμβιβασμός ή ένοπλος αγώνας

Καθημερινή, 19/8/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

*Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011.ISBN: 978-960-7498-85-1.

Σχεδόν μία εβδομάδα μετά την αιματηρή καταστολή του στρατού στους καταυλισμούς των Ισλαμιστών διαδηλωτών στο Κάϊρο η Αίγυπτος παραμένει έντονα διχασμένη με πολύ πιθανό τον κίνδυνο να διολισθήσει σε έναν απρόβλεπτο εμφύλιο.
Μετά από αλλεπάλληλες συγκρούσεις στους δρόμους κυρίως του Καΐρου ο στρατός φαίνεται να διατηρεί τον έλεγχο της χώρας υιοθετώντας το επιχειρησιακό δίπτυχο «αποτελεσματική αντιμετώπιση των Αδελφών στο δρόμο και συλλήψεις των ηγετικών τους στελεχών». Η Αδελφότητα από την πλευρά της έχει υποχωρήσει επιχειρησιακά σε επίπεδο πολιτικής ανυπακοής, λόγω του ανωτέρου δίπτυχου του στρατού, και προσπαθεί να αναδομήσει το δίκτυο επιχειρήσεων της, και δη αυτό των ηγετικών της στελεχών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η συνέχιση της πολιτικής ανυπακοής.
Ο στρατός έχει αντιμετωπίσει την Μουσουλμανική Αδελφότητα με ιδιαίτερη ωμότητα προκειμένου να «σπάσει» το ηθικό και το φρόνημα των ισλαμιστών και την πολιτική ανυπακοή τους. Ο Σίσι γνωρίζει ότι η αποφασιστικότητα του στρατού συνεπάγεται την αναποφασιστικότητα της Αδελφότητας και αυτό το καθιστά σαφές σε κάθε ομιλία του. Κατά βάθος γνωρίζει ότι ριψοκινδυνεύει πολλά αλλά αποκρύπτει τις ανασφαλείς σκέψεις του επιμελώς. Δίχως αμφιβολία ο στρατός έριξε το γάντι στους Αδελφούς Μουσουλμάνους με το δίλημμα «συνεργαστείτε με τους δικούς μας όρους ή αποσυρθείτε από την πολιτική».
Από την πλευρά της η Αδελφότητα βλέπει ότι επιχειρησιακά δεν είναι σε θέση να διατηρήσει την ίδια αποδοτικότητα πολιτικής ανυπακοής λόγω των διαρκών συλλήψεων των ηγετικών της στελεχών. Αναμενόμενο για τους Αδελφούς. Απόδειξη αυτού είναι ότι ενώ είχαν καλέσει αυτή την εβδομάδα σε καθημερινές διαδηλώσεις, αψηφώντας τον στρατιωτικό νόμο, ήδη από την δεύτερη μέρα αναγκάσθηκαν να αναβάλουν εννέα διαδηλώσεις για λόγους «ασφαλείας», δηλ. διάσωσης των υπαρχόντων ηγετικών στελεχών τους στις διαδηλώσεις.
Με τις υπάρχουσες συνθήκες η Αδελφότητα βλέπει ότι είναι θέμα χρόνου να συλληφθούν όλα τα κεφάλια που κάθε φορά θα αναδύονται από το πλήθος των διαδηλωτών της Αδελφότητας. Άρα η πολιτική ανυπακοή δείχνει να καθίσταται ανεπαρκές μέσο για την Αδελφότητα. Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, ότι αρχίζουν και πληθαίνουν οι φωνές στις τάξεις της Αδελφότητας για έναρξη ένοπλου αγώνα, ενός αντάρτικου των πόλεων. Είναι σε θέση οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι για κάτι τέτοιο;
Παρά τις σποραδικές ένοπλες παρουσίες στις διαδηλώσεις της, μέχρι σήμερα η Αδελφότητα έχει αποφύγει την ένοπλη αντιπαράθεση. Λόγω των σχέσεων της με την Χαμάς αλλά και ομάδες Ουαχαβιτών και Βεδουίνων στο Σινά, υπάρχει η δυνατότητα εξοπλισμού της, άγνωστο όμως σε τι βαθμό και επάρκεια. Η άναρχη κατάσταση στο Σινά δεν συνεπάγεται αυτόματα και μετάδοση της στις πόλεις της Αιγύπτου, διότι αυτές βρίσκονται υπό τον αποτελεσματικό μέχρι τώρα έλεγχο του στρατού.
Η Αδελφότητα δεν έχει ακόμη καταστήσει σαφή την πρόθεσή της για συστηματική ένοπλη αντιπαράθεση. Εάν υπάρξει βούληση, και όπλα βρίσκονται και δίκτυα δημιουργούνται. Δεν έχει πολλές επιλογές η Αδελφότητα. Έχει φθάσει στο σημείο της κρίσιμης απόφασης: ή καταφυγή στα όπλα για την διεκδίκηση των πολιτικών κεκτημένων της ή επιστροφή στο στρατοκρατικό παρελθόν. Ιδού η ρόδος…





Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

The Civil Disobedience of the Brotherhood

Η πολιτική ανυπακοή της Ισλαμικής Αδελφότητας

Καθημερινή, 14/8/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

*Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011.ISBN: 978-960-7498-85-1.


«Όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες.» Έλαβε χώρα η πολυαναμενόμενη επέμβαση του στρατού στις δύο πλατείες του Καΐρου. Διαλύθηκαν οι δύο καταυλισμοί των Αδελφών Μουσουλμάνων σε αυτές με ποταμό αίματος. Τήρησε ο στρατός τον λόγο του. Άραγε επέστρεψε η τάξη και ασφάλεια στην Αίγυπτο; Σε καμία περίπτωση. Αντίθετα, όπως και στην περίπτωση του πραξικοπήματος του Στρατηγού Σίσι λίγες εβδομάδες πριν, αντί να διασφαλισθεί το συμφέρον της Αιγύπτου, ο στρατός πέτυχε το αντίθετο, «ρίχνοντας λάδι στη φωτιά» και πολώνοντας στο έπακρο το πολιτικό σκηνικό.
Παρόμοια σήμερα το μόνο που κατάφερε το στρατιωτικό κατεστημένο της Αιγύπτου ήταν να αναιρέσει τα όποια επικοινωνιακά οφέλη είχε αποκομίσει από το Πραξικόπημα, δηλ. να χάσει την στήριξη των φιλελευθέρων Δημοκρατών, όπως δηλώνει η παραίτηση Μπαραντέι από την Αντιπροεδρία, να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των χριστιανών της χώρας, να συμβάλει σε μία ευρύτερη εξέγερση των Ισλαμιστών και σε άλλες πόλεις της χώρας και κυρίως να θέσει την χώρα υπό καθεστώς στρατιωτικού νόμου για ένα μήνα. Ταιριάζει κάτι τέτοιο, θα έλεγε κάποιος, σε ένα στρατοκρατικό σύστημα, ιδίως μετά από ένα πραξικόπημα και μία στρατιωτική διακυβέρνηση.
Ωστόσο δύο πράγματα φαίνεται να αγνοεί ο στρατηγός Σίσι: αφενός ότι μετά την Αραβική Άνοιξη και την έννομη εκλογική νίκη τους, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν είναι διατεθειμένοι να γυρίσουν σπίτι τους, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Αφετέρου ότι η Αίγυπτος βρίσκεται στα πρόθυρα ολικής κατάρρευσης μετά από πολυετή πλέον εσωτερική αστάθεια.
Η Ισλαμική Αδελφότητα από την πλευρά της ανέμενε την σημερινή έκβαση της εξέγερσής της με την αιματηρή επέμβαση του στρατού. Θεωρεί εαυτήν κερδισμένη στρατηγικά και επενδύει στα θύματά της βάσει της ισλαμικής αντίληψης, ότι με το αίμα των μαρτύρων της «ποτίζεται το δέντρο της ισλαμικής παλιγγενεσίας.» Η σημερινή υποχώρηση των Ισλαμιστών από τις δύο πλατείες του Καΐρου με τον τρόπο που έγινε έβγαλε προσωρινά κερδισμένη την Αδελφότητα στο εσωτερικό της χώρας, κατεβάζοντας περισσότερο κόσμο στους δρόμους και άλλων πόλεων και αναγκάζοντας τον στρατό σε περισσότερα μέτρα. Προφανώς η πολιτική ανυπακοή της Αδελφότητας αποφέρει καρπούς, δηλ. την αστάθεια της Αιγύπτου που αποτελεί μέτρο πίεσης στο στρατό προς εξεύρεση πολιτικής λύσης στο διχασμό της Αιγύπτου. Προς το παρόν η πολιτική ανυπακοή για τους Ισλαμιστές είναι το μέσο διεκδίκησης της πολιτικής νομιμότητας στη χώρα και εκτείνεται με την μορφή απεργίας σε κάθε τομέα της οικονομίας.
Ο στρατηγός Σίσι πρέπει να αναθεωρήσει την στρατηγική του έναντι των Αδελφών Μουσουλμάνων και από κατασταλτική-στρατιωτική να την μετριάσει σε συμφιλιωτική-πολιτική. Είναι εφικτό κάτι τέτοιο αυτή την στιγμή; Είναι, αν και ομολογουμένως όσο περνάει η ώρα είναι λιγότερες οι πιθανότητες πολιτικής συμφιλίωσης. Ο στρατηγός Σίσι καλείται να κατανοήσει ότι το ενδεχόμενο ισλαμοποίησης της χώρας από το νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο της πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά και όχι με πραξικοπήματα. Ο Σίσι καλείται να δράσει ως πολιτικός και όχι ως στρατιωτικός. Διακινδυνεύει την σταθερότητα της χώρας του, διότι η πολιτική ανυπακοή των Ισλαμιστών δεν αποκλείεται να μετατραπεί σε ένοπλο αγώνα, καθώς οι Ισλαμιστές της Αιγύπτου δεν είναι μόνοι και τυγχάνουν ιδεολογικής υποστήριξης στον ισλαμικό κόσμο. Ο Σίσι δεν έχει πολύ χρόνο στη διάθεσή του...


Σάββατο 10 Αυγούστου 2013

Mesopotamia after the Mantle of the Prophet

Η Μεσοποταμία φλέγεται για το χρίσμα του Προφήτη

 Καθημερινή, 10/8/2013

Δρ. Ευάγγελος Βενέτης,
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ

*Συγγραφέας του Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010), Αθήνα 2011.ISBN: 978-960-7498-85-1.


Συνήθως περνάει στα “πολύ ψιλά” της ελληνικής και διεθνούς επικαιρότητας η επιδεινούμενη κατάσταση ασφαλείας του Ιράκ με τον εμφύλιο στη Συρία να μονοπωλεί το ενδιαφέρον των ΜΜΕ ανά τον κόσμο. Συρία και Ιράκ όμως αποτελούν γεωπολιτικά μία ενότητα, συναποτελούν τον ιστορικό χώρο της Μεσοποταμίας. Η ενότητα αυτή καθιστά συγκοινωνούντα δοχεία αυτά τα νέα, πολιτικά, έθνη-κράτη, δηλ. ό,τι συμβαίνει στη μία, συμβαίνει και στην άλλη. Και αυτό ισχύει. Ίσως στη Συρία ο εμφύλιος να έχει πάρει διαστάσεις ανεξέλεγκτες και στο Ιράκ όχι μέχρι τώρα. Όμως και στις δύο χώρες συμβαίνει ακριβώς το ίδιο πράγμα: ένας τύποις εθνικός εμφύλιος μεν, κατ΄ουσίαν δε ένας πανισλαμικός εμφύλιος (“φίτνα” αραβιστί) μεταξύ Σουνιτών και Σηιτών. Τί συμβαίνει λοιπόν;
            Οι διαρκείς και αιματηρές βομβιστικές επιθέσεις στο Ιράκ εναντίον των Σηιτών γίνονται με την πρωτοβουλία των Σουνιτών Ουαχαβιτών ανά τον κόσμο και κυρίως προερχόμενων από την Αραβική Χερσόνησο. Μέχρι τώρα οι Σηίτες του Ιράκ και άλλων χωρών έχουν αποφύγει να απαντήσουν εφάμιλλα λόγω του θρησκευτικού διατάγματος (φάτουα) του Σηίτη Μεγάλου Αγιατολλά Σιστανί, ο οποίος τους έχει απαγορεύσει κάτι τέτοιο. Παρολ΄ αυτά μερικές ομάδες Σηιτών απαντούν στις σουνιτικές επιθέσεις με όμοιο ή παραπλήσιο τρόπο. Τα θύματα πολλά εκατέρωθεν. Έχει υπολογισθεί ότι κάθε μέρα πεθαίνουν τουλάχιστον 15-20 άτομα με τις Ουαχαβιτικές επιθέσεις να αποτελούν την πλειονότητα με ποσοστό περίπου 7 προς 10. Πρόκειται για ακήρυχτο πόλεμο εφάμιλλο της Συρίας. Γιατί όμως αυτός ο πόλεμος στο Ιράκ;
            Η εν λόγω αντιπαλότητα Σουνιτών και Σηιτών στο Ιράκ δεν είναι καινούρια. Υφίσταται στον μουσουλμανικό κόσμο για περίπου 15 αιώνες. Ενώ από το 661 μ.Χ. μέχρι το 2003 το σουνιτικό στοιχείο είχε τον πρώτο λόγο στην πολιτική και διοίκηση του Ιράκ και του Χαλιφάτου, η πτώση του Σαντάμ σήμανε την κοσμοϊστορική αλλαγή με την άνοδο των Σηιτών στα πολιτικά πράγματα. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει δεκτό από τις σουνιτικές χώρες της περιοχής για λόγους θρησκευτικούς. Βλέπετε ότι ο Θεός είναι “ολοζώντανος” στην πολιτική ζωή ακόμη και των “προοδευτικών” μουσουλμανικών ελίτ παρά την μεταποικιοκρατική ίδρυση εθνών-κρατών στα εδάφη του πρώην Οθωμανικού Σουλτανάτου και παλαιότερα του αραβικού Χαλιφάτου. Ανησυχώντας για την αυξανόμενη σηιτική επιρροή από το 2003 στο Ιράκ και την περιοχή, οι Ουαχαβίτες της Αλ-Κάιντα και άλλων οργανώσεων προσπαθούν να ανακόψουν με βομβιστικές επιθέσεις την αυξανόμενη σηιτική επιρροή στον σουνιτικό κόσμο. Στόχος τους; Η σουνιτική ανάκτηση του Ιράκ πολιτικά και η τακτική υποχώρηση των Σηιτών. Ποιό είναι το μεταφυσικό κίνητρο αυτής της σύγκρουσης;
            Χωρίς ουσιαστικές δογματικές διαφορές, τόσο οι Σουνίτες όσο και οι Σηίτες πρεσβεύουν την δική τους προσέγγιση για το ποιος πρέπει να διοικήσει τον κόσμο του Ισλάμ προκειμένου να υλοποιήσει το θεάρεστο σχέδιο για την επικράτηση του θεϊκού νόμου επί γης. Η κάθε πλευρά θεωρεί ότι έχει το χρίσμα του Προφήτη του Ισλάμ για να συνεχίσει το έργο του. Και αυτό το χρίσμα επιζητεί επίμονα και ευλαβικά να επιδείξει. Η εδώ και εκατό χρόνια έλευση του εκσυγχρονισμού και της εκκοσμίκευσης στην πολιτική ζωή των μουσουλμάνων δεν κατόρθωσε να εκριζώσει την μακραίωνη μεταφυσική προσέγγιση της πολιτικής ζωής. Περίτρανα το αποδεικνύει η σύγκρουση Σηιτών και Σουνιτών στο Ιράκ και την Συρία. Είναι σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε στην Μεσοποταμία εδώ και 15 αιώνες.